Υψηλές συγκεντρώσεις τοξικών ουσιών, οι οποίες είναι πιθανό να διεισδύσουν στην τροφική αλυσίδα και να συσσωρευτούν στους θαλάσσιους οργανισμούς της περιοχής του ναυαγίου τού «Sea Diamond» στη Σαντορίνη, καταγράφει μελέτη του Εργαστηρίου Διαχείρισης Τοξικών και Επικίνδυνων Αποβλήτων του Πολυτεχνείου Κρήτης.
«Υπάρχει βιβλίο- ονομάζεται “Πράσινο διαβατήριο” - όπου καταγράφονται τα ρυπογόνα υλικά κατασκευής και εξοπλισμού του πλοίου, τα οποία σε περίπτωση ναυαγίου μπορεί να επιβαρύνουν το θαλάσσιο περιβάλλον. Ο δικός μας προσδιορισμός εντοπίζει απόβλητα από ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό που δεν αναφέρονται σε αυτό το βιβλίο», δηλώνει ο διευθυντής του Εργαστηρίου κ. Ευάγγελος Γιδαράκος, που παρουσιάζει σήμερα το απόγευμα στη Σαντορίνη τα πρώτα αποτελέσματα της μελέτης.
«Στο πλοίο υπάρχουν πολλές και διαφορετικές τοξικές ουσίες, και δεν μπορούμε προς το παρόν να γνωρίζουμε πώς θα αντιδράσουν μεταξύ τους στις συγκεκριμένες συνθήκες με την πάροδο του χρόνου. Εκτιμούμε ότι αν απελευθερωθούν όλες μαζί, το γεγονός αυτό θα ισοδυναμεί με καταστροφή για τη θαλάσσια περιοχή, καθώς η ποσότητά τους είναι μεγάλη», συμπληρώνει.
Σύμφωνα με τα πρώτα αποτελέσματα της μελέτης, στο ναυάγιο υπάρχουν επικίνδυνες και τοξικές ουσίες όπως υδράργυρος, μόλυβδος, κάδμιο, αργό, ΡCΒs, ραδιενεργά στοιχεία- ακόμα και οθόνες υγρών κρυστάλλων που περιέχουν εξασθενές χρώμιο.
«Επιπλέον, βρίσκουμε ελαιώδη και βρωμιωμένους επιβραδυντές φλόγας. Καταβάλλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε τα στοιχεία μας να είναι βάσιμα και να μην κινδυνολογούμε», επισημαίνει ο κ. Γιδαράκος και εξηγεί πως η εικόνα για τις σημερινές και μελλοντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις δεν είναι εντελώς ξεκάθαρη.
«Οι ουσίες αυτές έχουν τη δυνατότητα να επιδράσουν σε οργανισμούς ή να αποτελέσουν απειλή για τους πληθυσμούς εάν ο χρόνος παραμονής τους υπερβαίνει κάποιο όριο. Για παράδειγμα μπορούν να γίνουν καρκινογόνες ή να βλάψουν τη διαδικασία της αναπαραγωγής», επισημαίνεται στα πρώτα συμπεράσματα της μελέτης, της οποίας σκοπός είναι να αποτυπώσει τις άμεσες και τις μακρόχρονες περιβαλλοντικές επιπτώσεις του ναυαγίου στα νερά της Καλντέρας.
Διάβρωση.
Ήδη οι ειδικοί έχουν αρχίσει να ερευνούν τους ρυθμούς διάβρωσης, έτσι ώστε να μπορέσουν να προβλέψουν τη ρύπανση των υδάτων στο μέλλον, συλλέγοντας όσο το δυνατόν περισσότερα στοιχεία.
Ανάμεσα σε άλλα, οι ερευνητές θα εκτιμήσουν τους κινδύνους της σταδιακής απελευθέρωσης των τοξικών, αλλά και τον εντοπισμό των επικίνδυνων ουσιών που συσσωρεύονται στους θαλάσσιους οργανισμούς.
«Με τη βοήθεια του νερού που περιέχει άλατα και τις υπεριώδεις ακτινοβολίες, τα επικίνδυνα απόβλητα διασπώνται σε ιδιαίτερα μικρά κομμάτια. Τα ψάρια και άλλοι θαλάσσιοι οργανισμοί μπερδεύονται και τρώνε αυτά αντί πλαγκτόν», προσθέτει ο διευθυντής του Εργαστηρίου του Πολυτεχνείου Κρήτης.
Σε επόμενα στάδια της μελέτης αναμένεται να πραγματοποιηθεί αναλυτική ενημέρωση των πολιτών για την ποιότητα των υδάτων, αλλά και τα ευρήματα που αφορούν στη διείσδυση τοξικών και επικίνδυνων αποβλήτων στην τροφική αλυσίδα.
ΔΙΑΔΩΣΤΕ ΤΟ...